Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2013

Στην αυλή της Μαρίν Λεπέν. Πανευρωπαϊκή δικτύωση των αντιευρωπαϊστών ante portas;


Ολόκληρο το κείμενο στη ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ,
http://www.metarithmisi.gr/el/readText.asp?textID=23853&mra=yes


Διαβάσαμε για την πρώτη θέση της Μαρίν Λεπέν σε πρόσφατες δημοσκοπήσεις, οι οποίες αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω των δημοτικών εκλογών στη Γαλλία που θα γίνουν την άνοιξη του 2014 αλλά και των Ευρωεκλογών του ερχόμενου Μαΐου. Το ενδιαφέρον των δημοσκοπικών δεδομένων δεν βρίσκεται μόνο στην πρωτιά του Εθνικού Μετώπου (FN) όσον αφορά την πρόθεση ψήφου των Γάλλων εκλογέων, αλλά προπάντων στα στοιχεία που καταδεικνύουν μια διευρυνόμενη διείσδυσή του σε ψηφοφόρους απ’ άκρου εις άκρον του κομματικού φάσματος: το FN ιδεολογικά θεωρείται πλέον ότι βρίσκεται εγγύτερα σε ένα ικανοποιητικό ποσοστό ψηφοφόρων του UMP αλλά και του Αριστερού Κόμματος του Ζ.-Λ. Μελανσόν, ενώ παράλληλα επεκτείνεται η απήχησή του σε νέους, σε εργάτες και σε χαμηλά μεσαία στρώματα δημιουργώντας κατ’αυτόν τον τρόπο τις προϋποθέσεις εκλογικής μεταστροφής ψηφοφόρων και από τα δεξιά και από τα αριστερά του κομματικού φάσματος προς το FN.
Αν θελήσουμε να διερευνήσουμε τις πιθανές αιτίες αυτής της μεταστροφής θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας το γεγονός, ότι μία από τις κύριες ιδιότητες της Ευρωπαϊκής ακροδεξιάς υπήρξε εξ αρχής  η προσαρμοστικότητά της σε επίπεδο ρητορικής, προγραμματικού προσανατολισμού και δράσης σε διακυβεύματα που δικαιώνουν το περιεχόμενο της πολιτικής διαμαρτυρίας, όπως αυτό αποκρυσταλλώνεται σε κάθε χρονικό σημείο-καμπή της μεταπολεμικής εποχής.
Το πρώτο από αυτά τα σημεία ήταν αμέσως μετά τον πόλεμο, όταν ο εκσυγχρονισμός στην οργάνωση και στις σχέσεις παραγωγής κινητοποίησαν τα παλιά μικροαστικά στρώματα κατά των αλλαγών αυτών. Μια τέτοια κινητοποίηση εκφράστηκε στη Γαλλία στη δεκαετία του ’50 με την υποστήριξη των λαϊκιστών του Πιέρ Πουζάντ (μεταξύ των οποίων συγκαταλεγόταν και ο ίδιος ο Ζ.-Μ. Λεπέν) και στην Ιταλία με την πρόσκαιρη στροφή εκλογέων στο «Μέτωπο του απλού ανθρώπου»  του Γκουλιέλμο Τζιανίνι. Πρόκειται για δύο λαϊκιστικά επεισόδια που δημιουργούν μια παράδοση στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής ακροδεξιάς, η οποία με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συντηρείται μέχρι σήμερα.
Το δεύτερο χρονικό σημείο-καμπή ήρθε μερικές δεκαετίες μετά, όταν με την μετάβαση στον μεταβιομηχανισμό οργανώθηκε μια νέα λαϊκιστική κινητοποίηση «των χαμένων»: εκείνων δηλαδή των παραγωγικών ομάδων των αυτοαπασχολουμένων, των υπαλληλικών στρωμάτων της αγοράς, των μικροεπιχειρηματιών, κ.λπ., που επωμίζονταν σημαντικό κόστος των αλλαγών για την ενίσχυση του κράτους-πρόνοιας, είχαν όμως μικρή συμμετοχή στα ωφελήματα από αυτήν την μεταβολή. Η δυσφορία και η πολιτική διαμαρτυρία τους εκφράστηκε σε χώρες του Ευρωπαϊκού Βορρά με την υποστήριξη νεόκοπων κομματικών σχηματισμών, όπως ήταν τα Κόμματα της Προόδου στη Δανία και τη Νορβηγία, τα οποία λειτούργησαν ως συλλέκτες και ενισχυτές αυτής της αντικρατικής και αντιφορολογικής διαμαρτυρίας που επιπλέον διέθετε ένα κάποιο υπόβαθρο εθνικο-πολιτισμικής κλειστότητας, εξού και η κατηγοριοποίησή τους στον πόλο της άκρας δεξιάς.
Το τρίτο χρονικό σημείο-καμπή ταυτίζεται με την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων και την επίταση των διεργασιών της παγκοσμιοποίησης και της μετανάστευσης· αλλιώς, η κρίση ταυτοτήτων και τα αισθήματα ανασφάλειας που τη συνοδεύουν δημιουργούν ιδεολογικο-πολιτικούς αναπροσανατολισμούς και νέες ευκαιρίες για την άκρα δεξιά που διεισδύει στο κοινό της Αριστεράς. Οι Γάλλοι στη δεκαετία του 1990 μίλησαν πρώτοι για το φαινόμενο του «εργατολεπενισμού» επισημαίνοντας τις επιτυχίες του Λεπέν στα δοκιμαζόμενα στην αγορά εργασίας «μπλε κολάρα». Ο εθνικο-λαϊκισμός της δεκαετίας του 1990 και του 2000 ευνόησε εξαιρετικά τα μορφώματα μιας ριζοσπαστικής άκρας δεξιάς, που αποδείχθηκαν ιδιαίτερα ευλύγιστα στις ασκήσεις προσαρμογής που επέβαλε η εποχή. Οι ακροδεξιοί, από μέχρι τότε πολέμιοι του κράτους μετατράπηκαν σε υπέρμαχούς του και από οπαδοί μιας λελογισμένης εθνικο-πολιτισμικής κλειστότητας έγιναν σκληροί οπαδοί της εθνικής προτεραιότητας και του «κοινωνικού κράτους των γηγενών». Η εναντίωση στη μετανάστευση και λίγο αργότερα η πολεμική ειδικώς απέναντι σε μετανάστες Μουσουλμάνους και το Ισλάμ έβαλε τη σφραγίδα της στην Ευρωπαϊκή άκρα δεξιά από τη δεκαετία του 1990 και μετά. Το Γαλλικό Εθνικό Μέτωπο ήταν ο μπροστάρης αυτού του ρεύματος, μαζί με συγγενή μορφώματα του χώρου από την Αυστρία, τις Σκανδιναβικές χώρες, την Ελβετία, την Ολλανδία, την Ιταλία, το Βέλγιο, που είδαν τη δύναμή τους να εκτινάσσεται σε ποσοστά και την επιρροή τους να αποκτά πολυσυλλεκτικά χαρακτηριστικά την πρώτη μετακομμουνιστική εποχή.

Σήμερα, το σκηνικό της χρηματοπιστωτικής κρίσης και η δυσκολία της ΕΕ να απαντήσει αποτελεσματικά σε αυτό δημιουργούν ένα νέο παράθυρο πολιτικής ευκαιρίας για την άκρα δεξιά. Η Μαρίν Λεπέν είναι η πρώτη που άδραξε την ευκαιρία: έβγαλε (για πόσο άραγε;) από το κεντρικό μοτίβο του κομματικού κάδρου την πολεμική στη μετανάστευση, όπως και την αντισημιτική προκατάληψη και πρόσθεσε σε αυτό την εικόνα μιας προβληματικής, αμήχανης, αργής και αναποτελεσματικής Ευρώπης. Το έδαφος στην κοινωνία ήταν ήδη γόνιμο και τα εκλογικά κέρδη πιθανώς να αποδειχθούν σίγουρα, εάν η αντιευρωπαϊκή στάση συμπληρωθεί από μια κατάλληλη λαϊκιστική ρητορική  που να δημιουργεί μέτωπα και να δικαιώνει προϋπάρχουσες σχάσεις στο εσωτερικό της Ευρώπης.

Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2013

Εκλογική ανοχή ή στάση αναμονής απέναντι στη Χρυσή Αυγή;

Τις τελευταίες εβδομάδες παρατηρείται μια υπερπαραγωγή δημοσκοπικών ερευνών λόγω
των εξελίξεων στην υπόθεση της Χρυσής Αυγής (ΧΑ). Κρύβεται άραγε κάποια διάθεση απλοποίησης πίσω από την ερμηνεία των δημοσκοπικών δεδομένων, ότι δηλαδή ένα κομμάτι της κοινωνίας επιδεικνύει αδικαιολόγητη ανοχή απέναντι στη ΧΑ; Ή μήπως η ανάλυση αυτή αποτυπώνει τις διαθέσεις μερίδας του εκλογικού σώματος, η οποία έχει αποξενωθεί από τους δημοκρατικούς θεσμούς παραμένοντας ασυγκίνητη από τις σοκαριστικές αποκαλύψεις για τη δράση της ΧΑ; Παρακάτω θα αναπτύξουμε ορισμένες αναλυτικές κατευθύνσεις που βοηθούν να σκεφθούμε νηφάλια απαντήσεις στην ερώτηση.

1. Η ΧΑ αποτελεί κλασική περίπτωση κόμματος-πολιτοφυλακής: διαθέτει αυταρχική δομή και επικεφαλής έναν «οδηγητή» (Führer) στον οποίο υπακούουν οι παραστρατιωτικά οργανωμένοι ακόλουθοι. Αυτή η δεσποτική δομή ενός καισαριστικού μηχανισμού δημιούργησε κοινωνικές διασυνδέσεις. Η συμμετοχή σε πράξεις βίαιου ακτιβισμού και η εκπαίδευση στην ιδεολογία και στις πρακτικές του είναι ο ενδότερος δεσμός που έχει συναφθεί μεταξύ της οργάνωσης και των μελών/ενεργών υποστηρικτών της. Η ΧΑ είδε τα ποσοστά της να αυξάνονται τριάντα χρόνια μετά την ίδρυσή της, όμως τα χαρακτηριστικά της δεν παραπέμπουν στον τύπο του «κόμματος-πυγολαμπίδας» (flash party), ώστε να αναμένουμε η τωρινή κρίση του μηχανισμού να οδηγήσει άμεσα στο τέλος του.

Υπάρχουν μορφώματα της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς που ξαφνικά κατέλαβαν μια θέση στην κομματική αρένα, για να εξαφανιστούν απρόσμενα μετά από μικρής διάρκειας παρουσία στην πολιτική σκηνή: το Κόμμα του Ronald Schill στο Αμβούργο και η Λίστα του Pim Fortuyn στην Ολλανδία αποτελούν παραδείγματα «κομμάτων» που απογειώθηκαν και εξαφανίστηκαν απότομα. Η ΧΑ δεν ανήκει σε αυτή την κατηγορία· δεν είναι τυπικό προσωποκεντρικό μόρφωμα που δραστηριοποιείται στο πεδίο της μεταπολιτικής διεκδικώντας ηγεμονία σε ηθικο-πολιτισμικά διακυβεύματα. Αντιθέτως, πρόκειται για οργάνωση που με βίαιο ακτιβισμό και κυνικές πρακτικές έχει υπόγεια απλωθεί στην κοινωνία. Ποιοι μπλέχθηκαν στα πλοκάμια της και πώς θα ξεμπλέξουν;

2. Ο σκληρός πυρήνας του κόμματος-πολιτοφυλακής πλαισιώνεται από εκλογείς που είτε ψήφισαν ΧΑ είτε δηλώνουν τέτοια πρόθεση στις δημοσκοπήσεις. Οι πραγματικοί και δυνητικοί ψηφοφόροι της δεν αποτελούν ένα ομοιογενές σύνολο. Μεταξύ τους εντοπίζονται τρεις υποκατηγορίες διαφοροποιούμενες αναλόγως του βαθμού εγγύτητας στην οργάνωση: πρόκειται για εκείνους που ταυτίζονται με τις θέσεις της και είναι σχεδόν οι μισοί από τους ψηφοφόρους της τού 2012, τους απόμακρους από τα πιστεύω της που φθάνουν οριακά στο 20% των εκλογέων της και τους ουδέτερους που αποτελούν το 1/3 των ψηφοφόρων της και οι οποίοι χωρίς να συμφωνούν δεν διαφωνούν κιόλας με ό,τι η οργάνωση πρεσβεύει πολιτικά.

Ο βαθμός εγγύτητας των ψηφοφόρων με τη ΧΑ προϊδεάζει για τη στάση τους μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Τα δημοσκοπικά δεδομένα (βλ. σχετική επεξεργασία στο metapolls.net) φανερώνουν ότι το διάστημα από το τέλος Αυγούστου 2013 ως τη δολοφονία του 34χρονου ράπερ η ΧΑ απώλεσε το 35% της δημοσκοπικής δύναμής της, ποσοστό ψήφων που στο μεγαλύτερο μέρος του μετατοπίστηκε προς την αδιευκρίνιστη και λευκή ψήφο. Ωστόσο μετά τη σύλληψη και προφυλάκιση του αρχηγικού πυρήνα δεν παρατηρήθηκαν μεταβολές στα ποσοστά της. Πώς εξηγείται η ακινησία μετά την πρώτη τάση φυγής στο σώμα των ψηφοφόρων της;

3. Η ψήφος είναι μια ατομική απόφαση που δομείται από θεσμικούς κανόνες. Ο εκλογέας επιλέγει τι θα ψηφίσει ως αποτέλεσμα συναισθηματικών ταυτίσεων, κοινωνικών επιρροών ή ορθολογικών υπολογισμών. Τα κίνητρα της ψήφου τον ωθούν να οριστικοποιήσει τη στάση του εφόσον δεν βρίσκεται εν μέσω «διασταυρούμενων πιέσεων», δηλαδή αντιφατικών επιρροών που τον καθιστούν ανήμπορο να αποφασίσει. Η ευθύνη της επιλογής βαραίνει προσωπικά κάθε ψηφοφόρο, όμως δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι η σημερινή κατάσταση σε σχέση με το διπλό status της ΧΑ συνιστά μια περίπτωση άσκησης «διασταυρούμενης πίεσης»: η ΧΑ (εξακολουθεί να) αναγνωρίζεται ως «κοινοβουλευτικό κόμμα» που μετέχει στη λειτουργία της Βουλής, παρ' ότι αποτελεί μια οργάνωση υπό κατηγορία, ότι στο εσωτερικό της λειτουργεί μια «δομημένη ομάδα» που «επιδιώκει τη διάπραξη κακουργημάτων» και παρ' ότι επίσης ουδέποτε πληρούσε τα τυπικά χαρακτηριστικά πολιτικού κόμματος όπως τα ορίζει η δημοκρατική-συνταγματική τάξη. Ενδεχομένως η οργάνωση παρ' όλα αυτά να γνωρίζει ανοχή ή αποδοχή σε ένα κομμάτι εκλογέων, όμως ένα άλλο τμήμα τους παρεμποδίζεται να αναπροσδιορίσει τη στάση του απέναντί της εξαιτίας της «σχιζοειδούς» διττής παρουσίας της οργάνωσης. Σε μια δημοκρατία οι πολίτες είναι ελεύθεροι να αποφασίσουν ποιοι θα τους εκπροσωπήσουν, όμως η Πολιτεία έχει την τελική ευθύνη πιστοποίησης των επιλογών αυτών· σε σχέση με τη Χρυσή Αυγή η Πολιτεία δεν έχει ακόμη αναλάβει αυτή την ευθύνη.

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2013

Συνέντευξη: «Βρισκόμαστε ακόμα μακριά από το ξήλωμα της Χρυσής Αυγής»

Ολόκληρο το κείμενο της συνέντευξης εδώ:
http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=390341

- Η χρονική συγκυρία διαμορφώνεται από το δραματικό συμβάν της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα, που ήταν η θρυαλλίδα για να πυροδοτηθούν οι εξελίξεις. Ηταν σίγουρο για όσους από εμάς παρακολουθούσαμε τις δράσεις του δεξιού εξτρεμιστικού χώρου ότι η εμπλοκή των θεσμών θα ερχόταν, δυστυχώς, μόνο έπειτα από ένα δραματικό συμβάν. Ούτε η κρίση από μόνη της, που θεωρητικά μπορεί να ανοίξει κεφάλαια ερμητικά κλειστά στην πολιτική σκηνή, ούτε οι πιέσεις των Ευρωπαίων εταίρων μας για την αντιμετώπιση του εξτρεμισμού μέσω π.χ. της ψήφισης ενός νέου αντιρατσιστικού νόμου, διαμόρφωναν ευκαιρίες για το θεσμικό έλεγχο της Χρυσής Αυγής. Ξέρω ότι κάποιοι τούτη την ώρα σκέφτονται με κατηγορίες θεωριών συνωμοσίας· όμως, προσωπικά είμαι σίγουρη ότι αν δεν χυνόταν το αίμα του Φύσσα, δεν θα είχε ανοίξει για τις Αρχές το θέμα «Χρυσή Αυγή». Το τίμημα είναι πολύ ακριβό, γι' αυτό και όλοι οι εμπλεκόμενοι πρέπει να φερθούν με απόλυτη σοβαρότητα και σεβασμό.

Λαϊκισμός και εξτρεμισμός

* Τα αναδεικνύατε στα άρθρα σας και τα βιβλία σας εδώ και μερικά χρόνια...

- Ασχολούμαι με την ευρωπαϊκή Ακροδεξιά εδώ και μία δεκαετία. Η ευρωπαϊκή Ακροδεξιά, παρά τις μεταβολές της μετά το 1945, αλλά και εξαιτίας της ικανότητάς της να προσαρμόζεται στα δεδομένα των καιρών, κατορθώνει να επιβιώνει, φυσικά με καμπές και με εξάρσεις, όσον αφορά την κοινωνική και πολιτική της επιρροή. Η Ακροδεξιά στην Ευρώπη διακρίνεται από δύο κύρια ρεύματα: το εθνικο-λαϊκιστικό και το εξτρεμιστικό. Τα δύο αυτά ρεύματα διαφέρουν, αλλά συγχρόνως αλληλοσυμπληρώνονται.

* Στην Ελλάδα;

- Στην εγχώρια συζήτηση, κάποιοι αυθαίρετα τοποθετούν μια απόλυτη τομή μεταξύ των δύο αυτών ρευμάτων. Τα πράγματα δεν είναι όμως έτσι· για να το πω με δύο παραδείγματα, ο Χάιντερ στην Αυστρία υμνούσε ανοικτά τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των ναζί και οι εκλογικές καμπάνιες των Νορβηγών εθνικολαϊκιστών δεν διαφέρουν από εκείνες της Χρυσής Αυγής όσον αφορά τις θέσεις τους για τη μετανάστευση. Ας είμαστε πιο προσεκτικοί στο τι λέμε, γιατί στόχος δεν είναι να αποδυναμωθεί η Χρυσή Αυγή υπέρ ενός (δήθεν) «light» ακροδεξιού-αντιμεταναστευτικού κόμματος.

* Ηταν κόμμα-πολιτοφυλακή με παραστρατιωτική δομή;

- Είναι σημαντικό να εξετάσουμε τα οργανωτικά χαρακτηριστικά της Χρυσής Αυγής. Πρόκειται για μια πολυεπίπεδη οργάνωση, με αυστηρή ιεραρχία, με ομάδες κρούσης και «ιδιωτικό στρατό» ακολούθων, με παραστρατιωτική δομή, με εκπαιδευμένα μέλη. Αρκετά από όλα αυτά μας τα λέει και ο αρχηγός της σε συνεντεύξεις και σε ομιλίες του. Δεν πρωτοτυπεί, βέβαια, η Χρυσή Αυγή στο σημείο αυτό, καθώς γνωρίζουμε ότι η πολιτοφυλακή είναι το οργανωτικό πρότυπο της εξτρεμιστικής Δεξιάς στην Ευρώπη. Πρωτοτυπεί, ωστόσο, η ελληνική Πολιτεία που επιτρέπει σε μια τέτοια οργάνωση να δρα ελεύθερα και, επίσης, να συμμετέχει ανενόχλητη στον κομματικό ανταγωνισμό. Η Χρυσή Αυγή αναγνωρίζεται ως πολιτικό κόμμα από το 1983 και μετέχει σε εκλογές από το 1994. Το διάστημα της εμπλοκής της στην πολιτική είναι μακρύ, ενώ η πολύ χαμηλή εκλογική της απήχηση δεν δικαιολογεί την επί δεκαετίες αδιαφορία των θεσμών για τις επικίνδυνες πρακτικές μιας, έστω περιθωριακής, οργάνωσης.

Η ευθύνη των θεσμών

* Πώς συμμετείχε στις εκλογές όταν στο καταστατικό της απέρριπτε τη δημοκρατία και εξήρε την εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία;

- Δεν είμαι νομικός, αλλά θεωρώ ότι το φιλελεύθερο πλαίσιο που ισχύει για την αδειοδότηση των κομμάτων ευνόησε στο να παραμείνουν αθέατες ελλείψεις και πτυχές που κατονομάσατε. Και σωστά ο νομοθέτης δεν ζητεί «δηλώσεις και εγγυήσεις νομιμοφροσύνης» από τους δρώντες που θέλουν να λάβουν μέρος στον κομματικό ανταγωνισμό. Από την άλλη, βέβαια, το Σύνταγμα στο άρθρο 29§1 θέτει ένα πλαίσιο, που συστηματικά παραβιάστηκε στην περίπτωση της Χρυσής Αυγής. Επίσης, υπάρχει και σχετική νομολογία: ένα κόμμα δεν χρειάζεται μεν να κάνει δηλώσεις νομιμοφροσύνης, αλλά πρέπει από το καταστατικό του, ή από τον επικεφαλής του, ή από τα στελέχη του, ή από την όλη δράση του, να τεκμαίρεται η πίστη του στο δημοκρατικό καθεστώς. Στην περίπτωση της Χρυσής Αυγής δεν τηρήθηκε τίποτε από όσα σας προανέφερα. Και εδώ υπάρχει ευθύνη των αρμόδιων θεσμών και λειτουργών.

* Θα επιδιώξουν όφελος κάποιοι από τα δεξιά;

- Δεν ξέρω αν θα υπάρξει εν τέλει ορατό όφελος για τη Δεξιά, αλλά αν αυτό γινόταν μέσω της άσκησης εκλογικής επιρροής στους εκλογείς που εγκατέλειψαν π.χ. τη Ν.Δ. και ψήφισαν τη Χρυσή Αυγή στις εκλογές του 2012, τότε γιατί όχι; Τον Μάιο και τον Ιούνιο του 2012 έγινε μια μαζική μετακίνηση εκλογέων προς πάσα κατεύθυνση. Η Χρυσή Αυγή ψηφίστηκε προπάντων από πρώην ψηφοφόρους της Ν.Δ., του ΛΑΟΣ και του ΠΑΣΟΚ και είναι εύλογο τα κόμματα αυτά να επιδιώξουν τον «επαναπατρισμό» των ψηφοφόρων τους. Βέβαια, η εκλογική ρευστότητα αναδιατάσσει την κομματική σκηνή και οι ροές θα είναι πιο σύνθετες, εικάζω.

* Ξεμπερδέψαμε με το φασισμό... τον ευρύτερο; Θα υπάρξει τέτοια ανάλογη ευαισθησία και για αντιδημοκρατικές πρακτικές του νόμιμου κράτους;

- Οχι, δεν ξεμπερδέψαμε με τίποτα αλλά κάναμε μια μικρή αρχή. Δεν είναι λίγο αλλά δεν αρκεί.

* Η απάντησή σας στο τέρας του ναζισμού;

- Πολλή δουλειά στα σχολεία, οι εκπαιδευτικοί έχουμε ευθύνη τεράστια -ιδίως όσοι υπηρετούν στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση έχουν βαρύ φορτίο. Ας τους στηρίξει η Πολιτεία στο έργο τους αυτό και τα πανεπιστήμια επίσης. Επίσης τα Μέσα Ενημέρωσης έχουν καίριο ρόλο. Η εμβίωση της δημοκρατίας ας γίνει ένα νέο ζητούμενο.