Τετάρτη 28 Μαρτίου 2012

ΔΙΗΜΕΡΙΔΑ


Αντισυστημικότητα και Εξτρεμιστικά Φαινόμενα στην Ελλάδα της Κρίσης: 
κοινωνική, πολιτική και πολιτισμική δυναμική 
Πανεπιστήμιο Μακεδονίας 
7-8 Ιουνίου 2012 
Διοργάνωση: 
Πανεπιστήμιο Μακεδονίας - Εργαστήριο Διεθνών Σχέσεων και Ευρωπαϊκής Ενοποίησης 
Ελληνική Εταιρεία Πολιτικής Επιστήμης 


Πρόσκληση υποβολής εργασιών 
Για πέμπτη συνεχή χρονιά, το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας –με τη στήριξη της Ελληνικής Εταιρείας Πολι-τικής Επιστήμης από το 2011– σάς προσκαλεί να συμμετάσχετε στις εργασίες διημερίδας με αντικείμε-νο τη μελέτη φαινομένων που επηρεάζουν ή και καθορίζουν την πολιτική και την εκλογική συμπερι-φορά και τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα. Ως σημείο εστίασης της φετινής συνάντησης επιλέχτηκε η διερεύνηση της προοπτικής της αντισυστημικότητας στον ελληνικό χώρο σε μια περίοδο που οι φο-ρείς λειτουργίας αλλά ακόμη και οι δομές του πολιτικού συστήματος της Μεταπολίτευσης τίθενται στο στόχαστρο έντονης κοινωνικής κριτικής, αμφισβήτησης ή και καθολικής τους απόρριψης. 
Η ενίσχυση των κοινωνικών ανισοτήτων και η απώλεια της εμπιστοσύνης στην πολιτική ελίτ έχουν παραδοσιακά συνδεθεί με την εμφάνιση φαινομένων λαϊκισμού, την έξαρση του εθνικισμού αλλά και την πολιτική κινητοποίηση, συχνά μάλιστα σε μορφές μη συμβατικής πολιτικής συμμετοχής. Σε περι-πτώσεις που οι διαθέσεις αυτές ικανοποιούνται εντός του κομματικού συστήματος, τα κόμματα των άκρων είναι οι συχνότεροι αποδέκτες, ωστόσο συχνά η αμφιβολία για το βαθμό αντισυστημικότητας αυτών των κομμάτων οδηγεί τμήματα της κοινωνίας στην υιοθέτηση εξτρεμιστικών συμπεριφορών που προσεγγίζουν ακόμα και την πολιτική βία. Tο κεντρικό ερώτημα της φετινής συνάντησης σχετίζε-ται με το εάν η τρέχουσα συγκυρία, η οποία πληροί και τις δύο παραπάνω συνθήκες, ευνοεί ακραίες πολιτικές, κοινωνικές και πολιτιστικές συμπεριφορές και πρωτοβουλίες δράσης στον ελληνικό και στον ευρωπαϊκό, χώρο. Επιπλέον, τη συνάντηση θα απασχολήσει ο εντοπισμός των παραγόντων εκείνων (π.χ. πολιτική ευκαιρία, δομικοί μετασχηματισμοί της κοινωνίας, οργανωτική ετοιμότητα, προγραμμα-τική ιδιαιτερότητα ή καθαρότητα, λαϊκισμός) που ερμηνεύουν την απήχηση τέτοιων ακραίων μορφών δράσης. 
H διημερίδα θα οργανωθεί γύρω από τους παρακάτω θεματικούς άξονες: 


• Μέτρηση του εξτρεμισμού και της αντισυστημικότητας 

• Όρια αντισυστημικότητας των κομμάτων των άκρων 

• Ζήτηση για τα άκρα στην Ελλάδα: ζητήματα και κοινωνικές διαιρέσεις 

• Πολιτικές ευκαιρίες για τα κόμματα των άκρων στην Ελλάδα: απαξίωση θεσμών, κρίση νομιμοποίη-σης και ένταση συναισθημάτων 

• Σημασία των ζητημάτων στον πολιτικό λόγο των άκρων στην Ελλάδα: μετανάστευση, δικαιώματα, ιστορία και εξωτερική πολιτική 

• Λαϊκισμός και άκρα στην Ελλάδα και στην Ευρώπη 

• Σχέσεις μεταξύ κομμάτων των άκρων, παραδοσιακών κομμάτων και εξτρεμιστικών κινημάτων στην Ελλάδα 

• Συγκριτική αξιολόγηση της σημασίας της ιδεολογίας, της ηγεσίας και της οργάνωσης των κομμάτων των άκρων στην Ελλάδα και στην Ευρώπη 

• Ένταση και πλαίσιο προβολής των κομμάτων των άκρων και του εξτρεμισμού από τα ελληνικά ΜΜΕ 

• Ζητήματα ορισμών: άκρα, εξτρεμισμός, ριζοσπαστισμός, λαϊκισμός. Περιεχόμενο των εννοιών, συ-γκλίσεις και αποκλίσεις κοινωνικό-πολιτικών φαινομένων 

Η διημερίδα θα φιλοξενηθεί στις εγκαταστάσεις του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και θα είναι ανοικτή στο κοινό. 
Οι ενδιαφερόμενοι καλούνται να υποβάλουν προτεινόμενο τίτλο και περίληψη εισήγησης έκτασης πε-ρίπου εκατόν πένήντα λέξεων όχι αργότερα από την 5η Απριλίου 2012 ηλεκτρονικά στη διεύθυνση greekparties@uom.gr 
Οι προτάσεις θα αξιολογηθούν ανώνυμα από συναδέλφους των σχετικών αντικειμένων με ευθύνη της Οργανωτικής Επιτροπής. 
Η Οργανωτική Επιτροπή 
Χριστόφορος Βερναρδάκης, Μέλος ΔΣ ΕΕΠΕ 
Βασιλική Γεωργιάδου, Μέλος ΔΣ ΕΕΠΕ 
Γιάννης Κωνσταντινίδης, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας 
Νίκος Μαραντζίδης, 

Δευτέρα 26 Μαρτίου 2012

25 Μαρτίου: the day after

Max Weber
Το νέο εθνικό όραμα και τα παλιά εθνικά παραμύθια

Υπάρχει μια κατηγορία ανθρώπων την οποία απασχολούν έντονα τα εξής ερωτήματα: ποια είναι τα εθνικά χαρακτηριστικά μας, απειλούνται και από ποιους, πώς θα μπορέσουμε να τα συντηρήσουμε μέσα σε έναν εχθρικό κόσμο που μας περιβάλλει; Ενώ πρόκειται για ερωτήματα που εκ πρώτης όψεως δείχνουν να αφορούν ζητήματα εθνικού αυτοπροσδιορισμού, να αναφέρονται δηλαδή σε υπαρξιακά ζητήματα για το «ποιοι είμαστε ‘Εμείς’», στην πραγματικότητα ο πυρήνας των ερωτημάτων αυτών αφορά την ανάγκη αποστασιοποίησης από κάποιους «Άλλους». Να το διατυπώσω διαφορετικά: για να μας πουν κάποιοι ποιοι είναι αυτοί, πρέπει να διακριθούν –άλλοτε κατά τρόπο εχθρικό και επιθετικό και άλλοτε κατά τρόπο (έστω) απαξιωτικό– από κάποιους άλλους. Μια εξωτερική ομάδα αναφοράς είναι, λοιπόν, εκείνη που προσδίδει ταυτότητα σε μια «κλειστή» και «αμυντική» εθνική κοινότητα. Η τελευταία, επικαλούμενη συνήθως κάποια «ανώτερα» και «αναλλοίωτα» χαρακτηριστικά μιας δήθεν αμετάβλητης δικής της εθνικής υπόστασης, διεκδικεί πάντοτε προτεραιότητα έναντι κάποιων άλλων.

Ο εξωτερικός προσδιορισμός της εθνικής ταυτότητας είχε λειτουργικό αποτέλεσμα καθώς δημιουργούσε εσωτερική συνοχή σε μια εποχή που η εθνική κοινότητα (το έθνος και το έθνος-κράτος) περιβαλλόταν από εχθρούς: τότε που τα κρατικά σύνορα ήταν ρευστά και διάτρητα, η εθνική ολοκλήρωση βρισκόταν εν εξελίξει, ενώ αλυτρωτισμός και εθνοκάθαρση όχι σπάνια αποτελούσαν δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Σήμερα, όλα είναι πολύ διαφορετικά: Τα εθνικά κράτη υπάρχουν σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο με διαπερατά σύνορα· οι εθνικές μειονότητες προστατεύονται περισσότερο απ’ ό,τι στο παρελθόν, αλλά άνθρωποι που μεταναστεύουν μαζικά βρίσκονται εκτεθειμένοι σε διαρκείς κινδύνους· ο εθνικός αυτοπροσδιορισμός συνιστά μια ελεύθερη επιλογή τουλάχιστον μέσα στον δυτικό κόσμο, στον οποίο ωστόσο άλλες επιλογές (της εργασίας ή της εκπαίδευσης) γίνονται όλο και δυσκολότερο να εκπληρωθούν. Σε έναν τέτοιο κόσμο, στον οποίο δεν παραμονεύουν οι εθνικές συγκρούσεις, αλλά κίνδυνοι ατομικής εκπτώχευσης, όπως και συλλογικής (εθνικής) οικονομικής καταστροφής, αναρωτιέται κανείς τι δίνει περιεχόμενο στην εθνική ταυτότητα.

Ζώντας μέσα σε ένα τέτοιο κόσμο –στον αβέβαιο κόσμο της ελληνικής κρίσης χρέους και της οικονομικής κατάρρευσης– αν επιμείνουμε να ορίζουμε την εθνική μας ταυτότητα κατ’αντιδιαστολή προς μια εξωτερική ομάδα αναφοράς, αυτήν την τελευταία μην ψάχνουμε να τη βρούμε σε εκτός των εθνικών μας συνόρων περιβάλλοντα. Όχι ότι τέτοιες εξωτερικές απειλές δεν υπάρχουν, αλλά οι εντός συνόρων απειλές της εθνικής μας υπόστασης είναι σήμερα ασύγκριτα μεγαλύτερες. Ας μην πάει ο νους μας σε φτωχούς μετανάστες, απόκληρους της ζωής που βρίσκονται μεταξύ μας χωρίς χαρτιά και λεφτά. Παρά τις κραυγές της εθνικιστικής ακροδεξιάς δεν είναι κάποιοι ξένοι που απειλούν την εθνική ταυτότητα μιας χώρας που καταρρέει οικονομικά. Ο «εχθρός» δεν είναι ο εθνικο-πολιτισμικά διαφορετικός, δεν διαθέτει καν κάποια διακριτά χαρακτηριστικά από το εθνικό σύνολο· αντιθέτως, μιλάει την ίδια γλώσσα, έχει την ίδια θρησκεία, σκέφτεται όπως οι πολλοί, είναι κάποιοι από εμάς. «Εχθροί» της χώρας, αυτού του έθνους-κράτους, γίναμε όλοι εμείς που αναγάγαμε τον κρατισμό σε ύψιστο κανόνα ζωής και αποδεχτήκαμε το πελατειακό σύστημα ως δικαιωματικό μέσο για την κατοχύρωση ατομικών και συντεχνιακών προνομίων, που ξεχάσαμε ότι τα κόμματα είναι διαμεσολαβητές της δικής μας θέλησης και όχι διεκπεραιωτές θελημάτων μας, που αμελήσαμε εγκληματικά τον ελεγκτικό μας ρόλο απέναντι στους πολιτικούς θεσμούς και τους λειτουργούς της δημοκρατίας, που κλείσαμε τα μάτια στην συντελούμενη –δίπλα μας, κατά κυριολεξία– εθνική λεηλασία προβάλλοντας το γνωστό άλλοθι «έλα μωρέ τώρα, όλοι αυτό κάνουν».

Στην Ελλάδα της κρίσης εθνική συνείδηση διαθέτει κατά πρώτον όποιος είναι υπεύθυνος· όποιος δεν κλείνει τα μάτια του στην πραγματικότητα και δεν ρίχνει τις ευθύνες της οικονομικής κατάρρευσης σε κάποιους «εχθρικούς Άλλους» (τις τράπεζες, τους ευρωπαίους, τους μετανάστες …). Υπεύθυνος είναι όποιος έχει όραμα καταρχάς προσωπικό για το μέλλον και την ανάκαμψη αυτής της χώρας· όποιος δεν κρύβεται πίσω από ένα «όχι σε όλα» επενδύοντας στην αποτυχία του εγχειρήματος της ανάκαμψης κοινωνίας και οικονομίας, αλλά στηρίζει την επανεκκίνηση της χώρας, συμβάλλοντας θετικά με τις δικές του δυνάμεις. Αυτό είναι το περιεχόμενο της εθνικής ιδέας σήμερα· ένα τέτοιο οραματικό πρόταγμα έχει ανάγκη η χώρα, όλα τα υπόλοιπα –για το ένδοξο παρελθόν που Άλλοι το επιβουλεύονται– είναι εθνικά παραμύθια.

Δευτέρα 19 Μαρτίου 2012

Στον αστερισμό του ριζοσπαστισμού των άκρων

Tο εξώφυλλο του Revue des Sciences Sociales
Ο μεταπολεμικός κόσμος δοκιμάστηκε συχνά από οικονομικές κρίσεις. Καμία από αυτές ωστόσο, από την πρώτη πετρελαϊκή κρίση του 1973 ως την κρίση στην αγορά ενυπόθηκων δανείων υψηλού κινδύνου που απετέλεσε την αφετηρία της σημερινής παγκόσμιας ύφεσης, δεν οδήγησε σε ακυβερνησία και κρίση νομιμοποίησης του πολιτικού συστήματος. Τα πολιτικά συστήματα των δυτικών χωρών έδειξαν ικανά να απορροφούν τους κοινωνικούς κραδασμούς και να μην επιτρέπουν στις οικονομικές και χρηματοπιστωτικές κρίσεις να εξελιχθούν σε κρίσεις συστημικές.
Ας αναφέρουμε κάποια παραδείγματα που πλαισιώνουν τα παραπάνω: Το οικολογικό κίνημα και τα πράσινα κόμματα στη δεκαετία του 1970 στη Γερμανία και στις σκανδιναβικές χώρες θεωρήθηκαν αποτέλεσμα του μεταβιομηχανισμού και των ατομοκεντρικών αξιών που αναδείχθηκαν στον μεταπολεμικό κόσμο. Συγχρόνως, ήταν συνέπεια της συρρίκνωσης της πολιτικής εμπιστοσύνης προς τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα που εν μέσω κρίσης εξορθολόγιζαν τις κοινωνικές δαπάνες και αύξαιναν τη φορολογία. Παρ' ότι διέθεταν αντισυστημικό προφίλ και πολιορκούσαν από τα αριστερά τη Σοσιαλδημοκρατία, οι Πράσινοι εμπλούτισαν τη δημοκρατία και εξελίχθηκαν σε φερέγγυους παράγοντες της διακυβέρνησης.
Δεν συνέβη το ίδιο με την κομματική οικογένεια της λαϊκιστικής άκρας Δεξιάς, αρκετά νεότευκτα κόμματα της οποίας εκείνη την εποχή (π.χ. τα κόμματα της Προόδου σε Δανία και Νορβηγία), εξάπτοντας τις διαθέσεις διαμαρτυρίας της κοινωνίας απέναντι στους θεσμούς, στους πολιτικούς και στις αρχές της συναινετικής διακυβέρνησης, περιόριζαν κι άλλο την ήδη δοκιμαζόμενη εμπιστοσύνη και υποστήριξη προς το πολιτικό σύστημα.
Παρ' ότι υποστηρίζεται το αντίθετο, οι οικονομικές κρίσεις δεν μετατρέπονται αυτομάτως σε συστημικές κρίσεις. Συγκυρίες οικονομικής κρίσης δεν είναι οι πλέον κατάλληλες για την ενδυνάμωση της λαϊκιστικής άκρας Δεξιάς, η οποία βλέπει τη δύναμή της να μεγαλώνει όταν υπάρχει δυσφορία με το πολιτικό σύστημα παρά σε συνθήκες αναπτυξιακής υστέρησης της οικονομίας. Ωστόσο, υποσκάπτοντας η λαϊκιστική άκρα Δεξιά την υποστήριξη προς το κομματικό και πολιτικό σύστημα και απελευθερώνοντας μορφές εχθρότητας που ελλοχεύουν στην κοινωνία, συμβάλλει στην ενεργοποίηση και διάχυση απ' άκρου εις άκρον του κομματικού φάσματος ενός εξτρεμιστικού δυναμικού που παρέμενε αδρανές. Συμβαίνει κάτι τέτοιο στην Ελλάδα της κρίσης σήμερα;
Ο κεντρομόλος κομματικός ανταγωνισμός και τα πολυσυλλεκτικά χαρακτηριστικά των κυβερνητικών κομμάτων δημιούργησαν ένα συνεκτικό κομματικό σύστημα στη Μεταπολίτευση. Επί χρόνια ΠαΣοΚ και ΝΔ απορροφούσαν ό,τι βρισκόταν ανάμεσά τους (το Κέντρο), αλλά και ό,τι ανήκε στην ευρύτερη περιοχή και στις παρυφές του ιδεολογικού πεδίου τους. Ως τη δεκαετία του 1990 στον χώρο από την Κεντροδεξιά ως άκρα Δεξιά διαφέντευε η ΝΔ και από την Κεντροαριστερά ως την κομμουνιστική Αριστερά ήταν κυρίαρχο το ΠαΣοΚ. Τέλος στην παραταξιακή κυριαρχία ΝΔ και ΠαΣοΚ έβαλε η δημιουργία του ΛΑΟΣ και του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ τα δύο κυβερνητικά κόμματα αντιμετωπίζουν την απώλεια της ηγεμονικής θέσης τους στο εσωτερικό της παράταξης όπου ανήκουν.
Στην Ελλάδα της βαθιάς οικονομικής και πιστωτικής κρίσης εκδηλώνεται ένας πρωτόγνωρος ριζοσπαστισμός και κινητοποίηση στα άκρα. Με τη διαφορά ότι άκρα δεν είναι μόνον ό,τι βρίσκεται στο τέλος των δύο πόλων του κομματικού συστήματος, αλλά άκρα υπάρχουν και μέσα στα κόμματα διακυβέρνησης, και στα άκρα ανήκουν πολλοί που αποχωρούν ή διαγράφονται από τα κόμματα αυτά. Στο ΠαΣοΚ έχει απομείνει ένας φιλοευρωπαϊκός εκσυγχρονιστικός πυρήνας, γεγονός που αποτελεί ευκαιρία σταδιακά να αποστασιοποιηθεί από το λαϊκιστικό παρελθόν του και να εξελιχθεί σε ένα προσαρμοσμένο στα ελληνικά προαπαιτούμενα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Παρά τις εμμονές του κ. Σαμαρά και του περιβάλλοντός του σε ακραίες λαϊκιστικές και εθνικοπατριωτικές εγκλήσεις, ένα τμήμα της άκρας Δεξιάς εγκαταλείπει τη ΝΔ δημιουργώντας στα δεξιά της έναν πρωτόγνωρο συνωστισμό από κομματίδια-πομφόλυγες. Από αυτά κανένα ενδεχομένως να μην μπει στην επόμενη Βουλή, όλα μαζί όμως δημιουργούν εκβιαστική πίεση στην παράταξη από την οποία προέρχονται και κυρίως στο κομματικό σύστημα.
Από ένα τυπικό σύστημα που συνέκλινε στο Κέντρο, το ελληνικό κομματικό σύστημα τείνει να εξελιχθεί σε ένα δίτροπο σύστημα με ενισχυμένα τα άκρα του. Ενα τέτοιο σύστημα αποτελεί κλασική περίπτωση μη μετριοπαθούς κομματικού συστήματος, τα ισχυρά άκρα του οποίου θα αποτρέπουν τη σύγκλιση των συναινετικών δυνάμεων. Αν θέλαμε να δούμε πώς φθάσαμε εδώ, θα ήταν μυωπικό να ρίχναμε όλο το βάρος στην οικονομική κρίση και στους μόνιμους ενοίκους των άκρων. Αν πράγματι θέλουμε να ξεφύγουμε από τα αδιέξοδα στα οποία έχουμε εμπλακεί, είναι ανεύθυνο, σε μια συγκυρία που ευνοεί την υπερπροσφορά των προϊόντων του εξτρεμισμού, να εξασφαλίσουμε πολιτική ζήτηση γι' αυτά. Με άλλα λόγια, το πολιτικό σύστημα, τα υπεύθυνα κόμματα και η ελληνική κοινωνία μόνο να χάσουν έχουν από τη βεβιασμένη προσφυγή στις κάλπες, που θα αποτελέσει τη σκηνή για μια άνευ προηγουμένου παράσταση των διαλυτικών για την κοινοβουλευτική δημοκρατία διαθέσεων των άκρων.
 

Διαθέσιμο στην εφημ. Το Βήμα, http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=449100

Δευτέρα 12 Μαρτίου 2012

Μια κοινωνία σε πόλωση.
Τα ακροδεξιά αντανακλαστικά της Ευρώπης
(Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών - απόσπασμα ομιλίας)

Τι καθιστά ελκυστική στους εκλογείς (αλλά και στα media!) τη μεταβιομηχανική Α.Δ.;
 
Η στάση της πολιτικής διαμαρτυρίας που καλλιεργεί: η Α.Δ. είναι και συλλέκτης και πολλαπλασιαστής της πολιτικής διαμαρτυρίας. Πρόκειται για κλασική περίπτωση ενός πολιτικού-κομματικού ‘χώρου της ζήτησης’: προσαρμόζεται εύκολα στην πολιτική συγκυρία, στις μεταβαλλόμενες διαθέσεις και τα αιτήματα των εκλογέων, καθώς δεν δεσμεύεται από ιδεολογικά φορτία ούτε από οργανωμένες ομάδες και σταθερούς εκλογείς.
Η εναντίωσή της στο κατεστημένο, οικονομικό & πολιτικό, ο αντιελιτισμός της: συνδεδεμένη με τις παραδόσεις του λαϊκισμού, που διαπερνούν εγκάρσια πολιτικά περιβάλλοντα από την άκρα δεξιά ως την άκρα αριστερά, η Α.Δ. γίνεται δυνητικά επιλέξιμη από ένα ετερογενές σύνολο εκλογέων που ελκύεται από αυτές τις παραδόσεις.
Η αντιπολιτική-αντισυστημική στάση της: στρέφεται κατά των αντιπροσωπευτικών θεσμών (των πολιτικών κομμάτων προπάντων, που θεωρεί πως διαιρούν τη θέληση του λαού) και κατά του κοινοβουλευτισμού προκρίνοντας ιδιότυπες μορφές καισαριστικής-δημοψηφισματικής διακυβέρνησης· δηλ. άμεση έκφραση της θέλησης του λαού, αλλά και αρχηγική δομή κράτους για τη λήψη αποφάσεων με βάση την κρίση του αρχηγού.
Η Ά.Δ. θεωρείται ο ιδανικός πολιτικός αντίπαλος: καταλογίζοντάς της νεο-φασιστική ποιότητα, είναι εύκολο να διακριθείς από αυτήν. Είναι;
Η Α.Δ. δεν αποτελεί πια ένα outsider στην πολιτική σκηνή· έχει διεμβολίσει τα κόμματα εξουσίας αλλά και τα μικρότερα κόμματα διεκδικώντας εκλογείς από ολόκληρο το ιδεολογικο-πολιτικό φάσμα. Ταυτοχρόνως παρατηρούνται ιδεολογικές εκλεκτικές συγγένειες μεταξύ της Α.Δ. και άλλων πολιτικών-κομματικών χώρων που, επίσης, εμφανίζουν αντισυστημικά χαρακτηριστικά: εξάλλου ούτε ο λαϊκισμός ούτε ο αντικοινοβουλευτισμός αποτελούν επινόηση της άκρας δεξιάς – και ένα κομμάτι της συντηρητικής Δεξιάς και ένα κομμάτι της Αριστεράς έχουν υποκύψει στη γοητεία του λαϊκισμού και του αντικοινοβουλευτισμού. Θολά ιδεολογικά όρια διευκολύνουν, όμως, τις μετακινήσεις ψηφοφόρων· έτσι, όσα κόμματα “ψαρεύουν” στα ίδια νερά με την Α.Δ. βλέπουν πλέον τους ψηφοφόρους τους να μην έχουν μεγάλους ενδοιασμούς στο ενδεχόμενο μιας ακραίας δεξιάς εκλογικής επιλογής. Πώς τα κόμματα εξουσίας, τα παραδοσιακά και παλιά κόμματα εν γένει, μπορούν να ανακόψουν την εκλογική απογείωση της Α.Δ. και να ξαναπάρουν πίσω τους “δικούς τους” εκλογείς;
Μια απάντηση προσπάθησε να δώσει ο Oscar Lafontaine τις παραμονές των εκλογών του 2005, συν-επικεφαλής τότε του κόμματος Die Linke στη Γερμανία: βλέποντας το νεο-φασιστικό NPD να κερδίζει έδαφος μεταξύ των εργατών σε περιοχές της Αν. Γερμανίας με υψηλή ανεργία, είχε διατυπώσει την (κυνική) άποψη ότι Η Αριστερά είχε καθήκον “να αποσπάσει από το NPD τους αποπροσανατολισμένους ψηφοφόρους”, ακόμη κι αν χρειαστεί να χρησιμοποιήσει το χαρτί της ξενοφοβίας και της αντιμετανάστευσης για να πετύχει κάτι τέτοιο.
Η κατακραυγή ήταν μεγάλη και το σχέδιο επανάκτησης “αποπροσανατολισμένων ψηφοφόρων” της Αριστεράς που πήγαν στην Α.Δ. δεν είχε συνέχεια στη Linke της Γερμανίας. Το “χαρτί” αυτό χρησιμοποίησαν Συντηρητικοί και Σοσιαλδημοκράτες στη Δανία, οι οποίοι προκειμένου να ανακόψουν την άνοδο του ακροδεξιού Λαϊκού Κόμματος υιοθέτησαν την ατζέντα του και μιμήθηκαν τον αντιμεταναστευτικό και ξενοφοβικό λόγο του στη διάρκεια των εκλογών του 2001, με αποτέλεσμα οι μεν Συντηρητικοί να κερδίσουν τις εκλογές χωρίς να περιορίσουν τη δύναμη της Α.Δ., οι δε Σοσιαλδημοκράτες να χάσουν τις εκλογές και να παραμείνουν για δέκα χρόνια εκτός κυβέρνησης.
Εν κατακλείδι:
Το πρόβλημα σήμερα δεν είναι μόνο η Α.Δ., αλλά το γεγονός ότι το δικό της μείγμα πολιτικής είναι υποστηρίξιμο από ένα ευρύτερο φάσμα – η εναντίωση στη μετανάστευση, η απόρριψη της πολιτικής και των πολιτικών, η ανοχή στη χρήση βίας, η απαξίωση του κοινοβουλίου, δεν είναι στάσεις και συμπεριφορές που προέρχονται μόνο από την Α.Δ. Υπάρχει μια ευρύτερη –εγκάρσια– αποδοχή για όλα αυτά στην πολιτική σκηνή πολλών ευρωπαϊκών χωρών. Ιδιαίτερα μάλιστα, σε συνθήκες κρίσης, όπου η αναζήτηση των υπαιτίων της γίνεται πιο έντονη και επιτακτική από ποτέ, τέτοιου είδους στάσεις και συμπεριφορές βρίσκουν αν όχι την αποδοχή, τουλάχιστον την ανοχή σε περιβάλλοντα εκλογέων πολύ ευρύτερα από εκείνα που επηρεάζει η Α.Δ.
Η Α.Δ., στα 60 χρόνια που υπάρχει στο μεταπολεμικό κόσμο, εμφανίζεται με αρκετά πρόσωπα. Κάθε φορά που δείχνει να περιθωριοποιείται και να εξαφανίζεται, κατορθώνει να μετασχηματίζεται, να αναβιώνει και να ενδυναμώνεται – ξέρουμε π.χ. ότι σε κάθε κύμα της η Α.Δ. είναι πιο ισχυρή από ό,τι ήταν πιο πριν. Το ζήτημα, όμως, σήμερα δεν είναι (μόνο) η παρουσία μιας ενδυναμωμένης Α.Δ. και οι όποιες δυνατότητες αυτή έχει να επηρεάζει την πολιτική σκηνή· το πρόβλημα είναι ότι η Α.Δ. (είτε η ίδια είτε οι ιδέες της και ό,τι υποστηρίζει) βρίσκεται λίγο-πολύ διάχυτα παντού – ακόμη και εκεί που την απορρίπτουν. Τη βλέπουμε σε περίοπτη θέση στα μίντια, στα social media, στα mainstream κόμματα, δεξιά και αριστερά, στις πλατείες και στους “αγανακτισμένους”, στους προπηλακισμούς των πολιτικών…. Μια διάχυτη Α.Δ. είναι το πρόβλημα σήμερα…. Δεν αρκεί να τοποθετηθεί cordon sanitaire –να μπει σε καραντίνα– η Α.Δ., αλλά το ζητούμενο είναι να μπορούσε να μπει cordon sanitaire στις ιδέες που “καθηλώνουν” τη “φιλελεύθερη νεωτερικότητα” στο “ανορθολογικό” της αντίγραφο!